*Το παρόν άρθρο αποτελεί
εργασία που υποβλήθηκε στα πλαίσια του μαθήματος ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΨΗΦΙΑΚΑ ΜΕΣΑ(Ε) και δημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα.
**Μέσα από γόνιμο διάλογο που αποτέλεσε και ζητούμενο της άσκησης, ο συγγραφέας διαμόρφωσε την τελική εκδοχή του άρθρου, την οποία
μπορείτε επίσης να διαβάσετε.
ΤΜΗΜΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ & ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ
Α01-ΕΙΚΟΝΑ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
μια εργασία του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΜΙΩΤΗ-10101
για το εργαστηριακό μέρος του μαθήματος ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΨΗΦΙΑΚΑ ΜΕΣΑ
Διδάσκων: ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΚΚΟΡΗΣ
Εαρινό Εξάμηνο 2010-2011
Μία διαφορετική σκοπιά του φαινομένου του «τεχνολογικού αναλφαβητισμού» και μία προσπάθεια ερμηνείας του φρενήρους ρυθμού της τεχνολογικής εξέλιξης και την σχέση που έχει με το μήνυμα του σύγχρονου δημιουργού-φωτογράφου.
Λέξεις κλειδιά:
τεχνολογία, εξέλιξη, ψηφιακή, φωτογραφία, τεχνολογικός αναλφαβητισμός, κριτική θεωρία
Η τεχνολογία είναι ένα εργαλείο που από την αρχή της ανθρωπότητας βοήθησε στην βελτίωση της ποιότητας και των συνθηκών ζωής. Η αδυναμία ωστόσο μαζικής παραγωγής υπονόμευσε την εξέλιξή της. Από την βιομηχανική επανάσταση και μετέπειτα δόθηκε λύση στο πρόβλημα της μαζικής παραγωγής. Η χρήση μηχανών και αυτοματοποιημένης γραμμής παραγωγής μπορούσε να κατασκευάσει ‘τεχνολογικά προϊόντα’ μαζικά, κάνοντας την τεχνολογία διαθέσιμη στο ευρύ κοινό.
Από τη βιομηχανική επανάσταση ως την ψηφιακή εποχή που ζούμε σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η τεχνολογία έχει κάνει άλματα εξέλιξης και συνεχίζει να εξελίσσεται με ένα γεωμετρικό μάλλον ρυθμό. Παρατηρείται έτσι το φαινόμενο η τεχνολογία να αλλάζει με πιο γρήγορο ρυθμό από τον ρυθμό αντιληπτικής ικανότητας του ανθρώπου με αποτέλεσμα όσοι δεν μπορούν να αφομοιώσουν τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις πληροφορίες που δέχονται να χαρακτηρίζονται ως «τεχνολογικά αναλφάβητοι». Η κατάσταση αυτή εντείνεται από τον τρόπο διάθεσης της τεχνολογίας. Στα πλαίσια του ισχύοντος οικονομικού συστήματος η διάθεση της τεχνολογίας γίνεται μέσω προϊόντων και υπηρεσιών με απώτερο σκοπό το κέρδος του παραγωγού-παρόχου. Αυτό διατηρεί το κόστος των προϊόντων υψηλό για μία σημαντική μερίδα του πληθυσμού, αποκλείοντάς την έτσι από νέες τεχνολογίες. Επιπλέον μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το παρόν οικονομικό μοντέλο επιβάλει στον τομέα της έρευνας σε ένα προσανατολισμό όχι προς αληθινά καινοτόμες τεχνολογίες (υψηλό κόστος έρευνας), αλλά μάλλον στην τροποποίηση της ήδη υπάρχουσας σε νέες μορφές που λανσάρονται σαν νέα προϊόντα. Αυτή η υπερπληθώρα ‘νέων’ τεχνολογιών και προϊόντων (κάθε ένα με διαφορετικά χαρακτηριστικά και τρόπο λειτουργίας) δημιουργεί στον δέκτη-καταναλωτή άγχος και κατ’ επέκταση αποστροφή. Αν στα παραπάνω προστεθεί η δυσκολία ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι λογικό να μιλάμε για «τεχνολογικό αναλφαβητισμό». Το πρόβλημα αυτό ωστόσο δεν αφορά τόσο την φύση της τεχνολογίας αλλά περισσότερο την διαχείρισή της.
Η βασική κριτική πάνω στην τεχνολογία αφορά τον προσανατολισμό της έρευνας και κατ’ επέκταση την πορεία εξέλιξής της. Αυτό μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό στην φωτογραφία και τον κινηματογράφο-video, δύο κατεξοχήν ‘παιδιά’ της τεχνολογικής ανάπτυξης.
Η έλευση της ψηφιακής καταγραφής εικόνας δίχασε τους φωτογράφους με ορισμένους να είναι θιασώτες της νέας ψηφιακής εποχής και άλλους να κρατάνε αρνητική στάση. Αυτό δικαιολογείται λόγω του ότι η μετάβαση από το φιλμ στην ψηφιακή φωτογραφία θεωρητικά άλλαξε την φύση του μέσου, αλλά το μήνυμα, δηλαδή η εικόνα, υπό προϋποθέσεις μπορεί να είναι το ίδιο. Η αλήθεια είναι ότι η ‘απελευθέρωση’ της φωτογραφίας από τους περιορισμούς του φιλμ δίνει στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές μία τεράστια ευελιξία τόσο ως αντικείμενα (πολύ μικρό μέγεθος, φορητότητα, άμεση προβολή των φωτογραφιών κ.α.), όσο και στο είδος της εικόνας που καταγράφουν. Ουσιαστικά έχουμε την εξέλιξη ενός ‘μονοδιάστατου’ μέσου σε πολυ-μέσο. Η πολλά υποσχόμενη εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση φωτογραφικών μηχανών σε έξω-φωτογραφικά προϊόντα (κινητά τηλέφωνα, webcams, tablets κ.α.) επιτρέπει, θεωρητικά τουλάχιστον, στο φωτογράφο-δημιουργό με μία μόνο συσκευή να μπορεί να κάνει φωτογραφία, video, επεξεργασία των αρχείων του καθώς και δημοσιοποίηση-παρουσίαση του έργου του μέσω του internet. Ακόμα η μαζική παραγωγή (και κατανάλωση) συσκευών ψηφιακής καταγραφής εικόνας και το σχετικά χαμηλό κόστος τους σε συνδυασμό με τις ευκολίες της ψηφιακής εικόνας βοηθά σε μία πρώτη ανάγνωση την διάδοση της φωτογραφίας ως μέσου έκφρασης σε ένα ευρύτερο κοινό.
Το ερώτημα εδώ είναι αν τα αποτελέσματα αυτά αποτελούν και τους βασικούς στόχους της εξελικτικής αυτής πορείας. Αναγνωρίζοντας ότι η πορεία της εξέλιξης αυτής καθοδηγείται από έξω-φωτογραφικούς κύκλους (πληροφορική, διαφήμιση, marketing κ.α.), μπορούμε να ισχυριστούμε ότι δεν υπάρχει ταύτιση στόχων μεταξύ αυτών που οδηγούν την εξέλιξη και του φωτογράφου. Συγκεκριμένα είναι σαν να επιβλήθηκαν οι στόχοι αυτοί στο φωτογράφο-δημιουργό από την στιγμή που ένα προϊόν του δίνει περισσότερες δυνατότητες. Ο σκοπός κυκλοφορίας του προϊόντος στην αγορά είναι η εμπορική του εκμετάλλευση από τους δημιουργούς του. Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό αρκεί να παρατηρήσουμε την συνεχή και αυξανόμενη προβολή κατ’ επίφαση νέων τεχνολογιών και προϊόντων, που διαφέρουν από τα παλαιότερα ελάχιστα. Οι νέες αυτές τεχνολογίες, που είναι έξω-φωτογραφικές και κατ’ ουσία άχρηστες (πχ GPS), γίνονται δελεαστικές και επιθυμητές μέσω της διαφήμισης. Αυτό σε συνδυασμό με την ελλιπή ή ακόμα και ανύπαρκτη τεχνική υποστήριξη σε παλιότερα προϊόντα ωθεί τον φωτογράφο-δημιουργό σε αγορά νέων προϊόντων σε ένα ατέρμονο κυνήγι της νεότερης δυνατής τεχνολογίας. Φτάνει επομένως ο φωτογράφος στο παράδοξο να σπαταλά την δημιουργικότητά του στην απόκτηση, κατανόηση και αφομοίωση της κάθε νέας τεχνολογίας. Έτσι το μέσο προσπερνά τον δημιουργό, τον οποίο όφειλε να υπηρετεί για τη δημιουργία του μηνύματος, με αποτέλεσμα το μήνυμα να καταντάει απλώς και μόνο η επιβεβαίωση του μέσου, δηλαδή να ταυτίζεται με αυτό. Αυτό οδηγεί σε μία μετανεωτερική αντίληψη της δημιουργίας, δηλαδή στην επιβράβευση αποκλειστικά ενός τεχνικά άρτιου αποτελέσματος. Το μέσο του δημιουργού αποκτά πλέον διττή ιδιότητα: της χρήσης και της κτήσης. Η αποδέσμευση ωστόσο του μέσου από την κτήση του (απάλειψη της ιδιότητας του ως εμπορικού προϊόντος) μοιάζει παράδοξη. Το γεγονός ότι τα οπτικοακουστικά μέσα αποτελούν την αιχμή του δόρατος των κλάδων της διαφήμισης και του marketing, οι οποίοι με την σειρά τους είναι τα βασικά ‘όπλα’ του ισχύοντος οικονομικού καθεστώτος, έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα της αποδέσμευσης αυτής. Βλέπουμε λοιπόν πως η τεχνολογική εξέλιξη με αυτήν την πορεία αντί να οδηγεί στην εξάλειψη της «αύρας» του Benjamin από το μήνυμα (ως αντικείμενο), οδηγεί στην δημιουργία μιας αντίστοιχης «αύρας» γύρω από το μέσο (τεχνολογία). Αυτό οδήγησε αρκετούς θεωρητικούς να μιλήσουν ακόμα και για θάνατο της δημιουργίας-τέχνης (Derida, Adorno).
Ποια πρέπει να είναι επομένως η στάση του φωτογράφου-δημιουργού απέναντι σε αυτόν το φαύλο κύκλο;
Είναι αλήθεια ότι κάθε νέα τεχνολογία όταν παρουσιάζεται για πρώτη φορά βρίσκει αρκετούς αρνητές. Ωστόσο συγκεκριμένα για τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο είναι αντιφατικό να εναντιωνόμαστε σε τεχνολογικές εξελίξεις αφού και οι δύο αυτοί τομείς προέρχονται από μία τεχνολογική ανάπτυξη. Υποχρέωση λοιπόν του δημιουργού ώστε να μην γίνει σκλάβος της τεχνολογίας και του ρυθμού εξέλιξής της, αλλά ούτε και συντηρητικός απέναντι σε καθετί νέο είναι να αναπτύξει μία κριτική στάση ώστε να μπορέσει να αξιολογήσει αυτά που του προσφέρονται. Κύριος γνώμονας του δημιουργού πρέπει να είναι το μήνυμα που επιθυμεί να παρουσιάσει. Το μέσο, όσο μικρό ή μεγάλο βαθμό τεχνολογικής εξέλιξης και να έχει, είναι απλώς το εργαλείο που χρησιμοποιεί.
Βιβλιογραφία:
- Αντόρνο, Λόβενταλ, Μαρκούζε, Χορκχάιμερ. «Τέχνη Και Μαζική Κουλτούρα». 1984. Ύψιλον/βιβλία. ISBN:960170017-X
- Walter Benjamin. «Δοκίμια Για Την Τέχνη». 1978. Κάλβος. http://scr.bi/lUQDC4
- Marshall McLuhan. «Understanding Media: The Extensions Of Man». http://bit.ly/kr3q4l
Σχετικές Πηγές:
- «Νεωτερική Και Μετανεωτερική Σκέψη» http://scr.bi/jFQGJD
- «Walter Benjamin - Marshall ΜcLuhan - Adorno και Horkheimer» http://bit.ly/jOMPdL
- «Η Σχολή της Φρανκφούρτης και η κριτική θεωρία» http://bit.ly/anlybR
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α'*
*Διευκρινήσεις του συγγραφέα επί του άρθρου.
ΕΡ.: Αν και σε επί μέρους στοιχεία διαφωνώ, η γενική προσέγγιση σου με βρίσκει σύμφωνο. Η προτροπή σου, ο δημιουργός να αναπτύξει κριτική στάση ώστε να ισορροπήσει μεταξύ εξάρτησης και άρνησης έχει ενδιαφέρον. Σκέφτομαι... δεδομένης τη δυσκολίας αφομοίωσης των τεχνολογικών εξελίξεων, μηπως αναπόφευκτα οδηγούμαστε σε ενα μοντέλο "δύο ταυτόχρονων δημιουργών" -ενός τεχνοκράτη και ενός αισθητικού δημιουργού- όπου οι δύο θα λειτουργούν παράλληλα και συνεργατικά, για την από κοινού παραγωγή του έργου; Με αυτό το πρίσμα, είναι δυνατόν να θεωρήσουμε ότι η δημιουργία από διαδικασία ατομική, θα γίνει διαδικασία ομαδική; 'Η μήπως η ασυμβατότητα των δύο δημιουργών, θα τους αποτρέψει από μια επιθυμία για συνεργασία;
ΑΠ.: Καταρχήν θα ήθελα να κάνω ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με το άρθρο πριν προσπαθήσω να απαντήσω στα ερωτήματα που τέθηκαν. Η έννοια του δημιουργού γενικά μπορεί να περιλαμβάνει τον δημιουργό-επαγγελματία, τον δημιουργό-καλλιτέχνη και τον δημιουργό-ερασιτέχνη. Την διάκριση αυτή την κάνω με αποκλειστικό γνώμονα το είδος του μηνύματος του κάθε δημιουργού. Παρόλο που το άρθρο είναι γενικό ουσιαστικά εστιάζει στο δημιουργό ως καλλιτέχνη (και συγκεκριμένα τον φωτογράφο-καλλιτέχνη). Θα θεωρήσω λοιπόν τον όρο «αισθητικός» δημιουργός αδόκιμο για την παρούσα ανάλυση μιας και οι τρεις κατηγορίες (επαγγελματίας, καλλιτέχνης, ερασιτέχνης) χρησιμοποιούν κανόνες αισθητικής με τον ίδιο σχεδόν τρόπο και για τον ίδιο σκοπό, την ωραιοποίηση κυρίως, χωρίς να επηρεάζεται η φύση του μηνύματος. Επομένως αν κατάλαβα καλά με τον όρο «αισθητικό» δημιουργό ουσιαστικά γίνεται αναφορά στον καλλιτέχνη δημιουργό. Η συνεργασία του τεχνοκράτη και του καλλιτέχνη δημιουργού θεωρητικά μπορεί να δώσει μία λύση στο πρόβλημα της τεχνολογικής εξάρτισης. Ο ένας ασχολείται με τα τεχνικά-τεχνολογικά ζητήματα, και ο άλλος ασχολείται με το μήνυμα που θέλει να παραδώσει. Αυτού του τύπου κονσόρτσιουμ δημιουργών υπάρχει ήδη από τις αρχές του αιώνα και μάλιστα με πολύ μεγάλη επιτυχία στις κινηματογραφικές παραγωγές. Η φύση μίας κινηματογραφικής παραγωγής είναι τέτοια που επιβάλει την συνεργασία όχι δύο αλλά πολύ περισσότερων δημιουργών προκειμένου να δημιουργηθεί ένα συλλογικό έργο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε μία κινηματογραφική παραγωγή κατά την διαδικασία παραγωγής του έργου υπάρχουν δύο διακριτοί «δημιουργοί». Ο ένας είναι ο σκηνοθέτης που θα μπορούσαμε να τον ταυτίσουμε με τον καλλιτέχνη δημιουργό, αφού η δική του ιδέα είναι αυτή που πραγματώνεται (οδηγώντας στον καταχρηστικό όρο ότι ο σκηνοθέτης είναι και ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου). Οι σκηνοθέτες, ακόμα και τα «μεγάλα ονόματα» κατά ομολογία των ίδιων, δεν έχουν τεχνικές και τεχνολογικές γνώσεις σε σημείο πολλοί να αδυνατούν να χειριστούν την κάμερά τους. Ο άλλος είναι το τεχνικό επιτελείο (οπερατέρ, φροντιστές, ηχολήπτες, μοντέρ, φωτογράφοι κτλ). Αυτό το τεχνικό επιτελείο είναι που θα κληθεί να πραγματώσει (μέσω της τεχνολογίας, την ιδέα του σκηνοθέτη με την καθοδήγησή του φυσικά. Η συνεργασία αυτή οδήγησε πολλούς θεωρητικούς (κυρίως μαρξιστές) να αναφερθούν στον κινηματογράφο ως μία «σοσιαλιστική» τέχνη και στους κινηματογραφιστές ως «εργάτες» της τέχνης (παρέα με τους θεατρικούς). Αναλύοντας την περίπτωση του κινηματογράφου (και χρησιμοποιώντας τον όρο σκηνοθέτης χάριν ευκολίας για ολόκληρη την κινηματογραφική παραγωγή) μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο δημιουργός έχει τις ιδιότητες του επαγγελματία ή του καλλιτέχνη. Πράγματι η διάκριση αυτή που έγινε από τους ίδιους του κινηματογραφιστές αφορά αποκλειστικά το μήνυμα που θέλουν να παραδώσουν και ορίζει κατά κάποιο τρόπο και το πλαίσιο ανάγνωσής του. Έτσι από την μία έχουμε τους εμπορικούς-επαγγελματίες σκηνοθέτες, των οποίων τα έργα εντάσσονται στο πλαίσιο της βιομηχανίας της κουλτούρας (culture industry) και της μαζικής κουλτούρας (popular culture) όπως την όρισαν ο Adorno και ο Horkheimer κυρίως, και από την άλλη έχουμε τους καλλιτέχνες σκηνοθέτες που κινούνται εκτός των πλαισίων της μαζικής κουλτούρας (γεγονός που αποδεικνύεται από το πολύ μικρό κοινό στο οποίο αναφέρονται). Πράγματι παρατηρούμε ότι όντως μία εμπορική κινηματογραφική παραγωγή εντάσσεται στα πλαίσια της μαζικής κουλτούρας αφού το τελικό μήνυμα δεν καθορίζεται ελεύθερα από τον σκηνοθέτη αλλά κυρίως από την παραγωγή, η οποία μέσω του marketing χρησιμοποιεί το έργο-μήνυμα ως μέσο για εμπορική εκμετάλλευση (soundtrack, video games,theme parks, comix, παιχνίδια, είδη ρουχισμού και γενικά μία πληθώρα έξω-κινηματογραφικών προϊόντων που αναφέρονται στο αρχικό κινηματογραφικό έργο). Ωστόσο οι σκηνοθέτες αυτοί μπορούμε να πούμε ότι λόγω της παραγωγής χαίρουν άρτιου τεχνολογικού εξοπλισμού τελευταίας γενιάς (3D cameras, FullHD, 4K format, Imax, Graphics κτλ). Το πρόβλημα εδώ είναι ότι η χρήση της τεχνολογίας αυτής δεν γίνεται με στόχο το μήνυμα, δηλαδή το ίδιο το κινηματογραφικό έργο, αλλά περισσότερο χρησιμοποιείται ως μανιέρα για έναν «φτηνό» (σύμφωνα με τη σημειολογία της γραφής του κινηματογράφου) εντυπωσιασμό που εντάσσεται στα πλαίσια της μετανεωτερικής αντιμετώπισης της τέχνης. Από την άλλη οι καλλιτέχνες σκηνοθέτες ενώ έχουν απόλυτη ελευθερία πάνω στη διαμόρφωση του μηνύματος, δεν έχουν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) το budget για τον τεχνολογικό εξοπλισμό μίας εμπορικής παραγωγής. Παρατηρούμε λοιπόν ότι ενώ η συνεργασία εν μέρει λύνει τα προβλήματα τεχνολογικής αφομοίωσης δεν καθορίζει το είδος του μηνύματος το οποίο παραμένει στην ευχέρεια του εκάστοτε δημιουργού. Στην φωτογραφία τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Στην φωτογραφία απαντώνται και οι τρεις κατηγορίες δημιουργού (επαγγελματίας, καλλιτέχνης, ερασιτέχνης) χωρίς κάποια σαφή διάκριση. Αυτό γίνεται κυρίως λόγω της φύσης της φωτογραφίας ως αντικείμενο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οποιοδήποτε πλαίσιο ανάγνωσης. Έτσι παρατηρούμε φωτογραφίες να χρησιμοποιούνται σε διαφορετικό πλαίσιο ανάγνωσης από αυτό για το οποίο δημιουργήθηκαν (διαφημιστική καμπάνια Benetton που χρησιμοποιεί φωτογραφίες ρεπορτάζ, επιστημονικές φωτογραφίες, φωτογραφίες μόδας-διαφήμισης και αναμνηστικές φωτογραφίες που εκτίθενται σε μουσεία). Επιπλέον μέσω του Internet, των δικτύων κοινωνικής δικτύωσης και των Blogs μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κάθε φωτογραφία δυνητικά μπορεί να ανήκει σε αναρίθμητα πλαίσια ανάγνωσης, αλλοιώνοντας έτσι την αρχική πρόθεση του φωτογράφου. Η φωτογραφία ωστόσο ως καλλιτεχνική δημιουργία μπορούμε να πούμε ότι είναι ανεξάρτητη πλαισίου ανάγνωσης και μπορεί να σταθεί αυτόνομα αφού οι κανόνες δημιουργίας της και η γλώσσα γραφής και ανάγνωσής της υπερβαίνουν τόσο το πλαίσιο ανάγνωσης όσο και τον δημιουργό τον ίδιο καθώς το μέσο που χρησιμοποιεί. Ακόμα αναλογιζόμενοι ότι η καλλιτεχνική φωτογραφία είναι πόνημα του δημιουργού της αποκλειστικά μπορούμε να πούμε ότι είναι μία ατομική τέχνη. Επομένως πιστεύω πως δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει συνεργασία δύο διαφορετικών φωτογράφων δημιουργών για τη δημιουργία ενός έργου σύμφωνο με τις ιδιότητες της τέχνης. Η συνεργασία ωστόσο δύο δημιουργών-καλλιτεχνών από έξω-φωτογραφικούς κύκλους μπορεί να αποδώσει πολύ καλά όταν υπάρχει ένα κοινό μήνυμα (πχ οι φωτογραφίες του R. Doisnaeu με τon Picasso και οι φωτογραφίες του P. Halsman με τον S. Dali). Σε αυτή την περίπτωση μπορούμε να ισχυριστούμε ότι την θέση του καλλιτέχνη δημιουργού λαμβάνουν οι γνωστοί ζωγράφοι αφήνοντας τον ρόλο του «τεχνοκράτη» δημιουργού στον φωτογράφο. Συνεργασία σε ένδο-φωτογραφικούς κύκλους μπορούμε να βρούμε και μάλιστα πολύ καλές στον κλάδο της διαφημιστικής φωτογραφίας και της φωτογραφίας μόδας. Επειδή όμως εντάσσονται το πλαίσιο της επαγγελματικής φωτογραφίας, το μήνυμα και το πλαίσιο ανάγνωσης δεν καθορίζονται από τον-τους δημιουργούς αλλά από τους κανόνες του εμπορίου και της μαζικής κουλτούρας. Άρα, χωρίς να είμαι δογματικός, πολύ δύσκολα πιστεύω ότι θα μπορούσε να υπάρξει καλλιτεχνική δημιουργία μέσω συνεργασίας ενός «τεχνοκράτη» δημιουργού κι ενός καλλιτέχνη δημιουργού. Ακόμα και οι συνεργασίες μεταξύ δύο ή και περισσοτέρων καλλιτεχνών δημιουργών (μέσω εικαστικών ομάδων) δεν αποβλέπουν στη δημιουργία ενός συλλογικού έργου αλλά μάλλον την δημιουργία μίας συλλογής έργων με σχετικά κοινούς στόχους. Ωστόσο είναι λάθος να στεκόμαστε αρνητικά απέναντι σε τέτοιες συνεργασίες. Η φαινομενική ασυμβατότητα τεχνοκράτη και καλλιτέχνη δημιουργού ουσιαστικά είναι αποτέλεσμα μίας ελλιπούς κριτικής θεώρησης λόγω του ότι η τεχνολογία (κυρίως ψηφιακή) βρίσκεται σε «βρεφική» ηλικία. Όντως η ψηφιακή τεχνολογία έχει δημιουργήσει μία ενιαία και παγκοσμιοποιημένη γλώσσα γραφής. Η συνεχής και με ταχύτατους ρυθμούς εξέλιξή της εμποδίζει τον δημιουργό να καταλάβει τα στοιχεία της, ώστε να την αξιοποιήσει υπερβατικά δίνοντάς, του έτσι την αίσθηση ότι επισκιάζει την δημιουργική γραφή όπως έχει αναπτυχθεί από την αρχή της ανθρωπότητας. Αυτή η εμβριθής κατανόηση της τεχνολογίας, με στόχο να αποφεύγεται ο ανούσιος εντυπωσιασμός, ενδεχομένως να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην καλλιτεχνική «τεχνολογική» δημιουργία ώστε να ενσωματωθεί από τις όποιες αισθητικές θεωρίες και θεωρίες τέχνης όχι στα πλαίσια μίας μαζικής κουλτούρας αλλά στα πλαίσια μίας αυθεντικής δημιουργίας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β'*
*Διευκρινήσεις του συγγραφέα επί του άρθρου.
ΕΡ.: Θα συμφωνήσω μαζί σου σχετικά με το ότι η στάση ενός δημιουργού απέναντι στην τεχνολογική ανάπτυξη πρέπει να είναι προσεκτική και γεμάτη ευλάβεια. Έτσι ώστε να μην εθιστεί από την ανάπτυξη της τεχνολογίας και να μπορεί να μεταδώσει στο αναγνωστικό κοινό του αυτά που επιθυμεί. Ωστόσο θα διαφωνήσω κάθετα στο σημείο όπου λες: « Οι νέες αυτές τεχνολογίες, που είναι έξω-φωτογραφικές και κατ’ ουσία άχρηστες (πχ GPS) », καθόλου εύστοχο το παράδειγμά σου αφού θεωρό ότι είναι ένα από τα πλέων βοηθητικότατα μέσα προσανατολισμού και οδηγιών κατεύθυνσης προς μία συγκεκριμένη άγνωστη τοποθεσία, και βρίσκοντας σπίτι σε πολύ σημαντικά σημεία (π.χ. Ασθενοφόρα, Περιπολικά, Ταξί κ.α.). Τέλος θα ήθελα να μου διευκρινήσεις τι εννοείς όταν αναφέρεσαι σε τρεις κατηγορίες δημιουργού (επαγγελματίας, καλλιτέχνης, ερασιτέχνης).
ΑΠ.: Συμπληρώνοντας την προηγούμενη απάντηση θέλω να πω ότι αναγνωρίζοντας πως το αρχικό μου άρθρο ήταν αρκετά γενικό, στο σχόλιο έκανα την διευκρίνιση πως αφορά σχεδόν αποκλειστικά τον δημιουργό που ασχολείται με την φωτογραφία ως τέχνη. Για αυτόν το φωτογράφο η ύπαρξη (του κατά τ’ άλλα χρησιμότατου) GPS, και μάλιστα ενσωματωμένου στην φωτογραφική μηχανή, δεν προσφέρει τίποτα παραπάνω από την αυτόματη συμπλήρωση ενός πεδίου metadata. Παρόλο που δεν μπορώ να πω τι είναι τέχνη νομίζω ότι μπορώ να ισχυριστώ με ασφάλεια πως αυτό δεν αφορά την τέχνη. Μπορεί να αφορά συγκεκριμένους επαγγελματίες φωτογράφους που χρειάζονται πραγματικά μία ακριβή καταγραφή γεωγραφικών συντεταγμένων (αρχαιολογικές αποστολές, πολεμικούς ανταποκριτές, επιστημονικές αποστολές, φωτορεπορτάζ κτλ), για την τέχνη όμως είναι κάτι άχρηστο. Όσον αφορά την διάκριση του δημιουργού σε επαγγελματία, καλλιτέχνη και ερασιτέχνη, αυτή, όπως αναφέρεται στο σχόλιό μου, έγινε με κριτήριο το είδος του μηνύματος. Πράγματι ο επαγγελματίας ενώ μπορεί να χρησιμοποιήσει την προσωπική του αισθητική για μία φωτογραφία, δεν έχει την ελευθερία στην διαμόρφωση του μηνύματος (πχ για ένα φωτογράφο που βγάζει διαφημιστικές φωτογραφίες το μήνυμα-φωτογραφία εντάσσεται στους κανόνες διαφημιστικής φωτογραφίας, για ένα επιστημονικό φωτογράφο οι φωτογραφίες θα πρέπει να συμφωνούν με τον τομέα του κτλ). Ο καλλιτέχνης από την άλλη έχει απεριόριστη ελευθερία και όσον αφορά την αισθητική και όσον αφορά το μήνυμα (που είναι στην τελική προσωπική του υπόθεση). Ο ερασιτέχνης, και με τον όρο ερασιτέχνη εννοώ τον απλό χρήστη που θέλει μία φωτογραφική μηχανή για να βγάζει φωτογραφίες τις διακοπές του, την οικογένειά του, την παρέα του κτλ, ουσιαστικά στοχεύει σε αναμνηστικές φωτογραφίες. Η κατηγορία του «επαγγελματία καλλιτέχνη» νομίζω πως είναι παραπλανητική και εντάσσεται στην κατηγορία του επαγγελματία. Όπως και στη ζωγραφική υπήρχαν πάρα πολλοί ζωγράφοι (κυρίως πορτρετίστες και τοπιογράφοι) που ασκούσαν την ζωγραφική όχι ως τέχνη (κατά ομολογίες των ίδιων) αλλά ως εικαστικό επάγγελμα, έτσι και στην φωτογραφία συμβαίνει το ίδιο. Δεν μπορώ να δω πως η τέχνη μπορεί να γίνει επάγγελμα. Για αυτόν το λόγο σε όλες σχεδόν τις σχολές καλών τεχνών υπάρχει τομέας «εφαρμοσμένων τεχνών» που ουσιαστικά αναφέρεται σε επαγγελματίες εικαστικούς (που στοχεύουν στο να πουλήσουν τα έργα τους) σε αντίθεση με τους αυθεντικούς καλλιτέχνες που ο βασικός στόχος είναι η εξωτερίκευση των συναισθημάτων τους, των προβληματισμών τους, της αγωνίας τους κτλ.